Μα είναι στους μικρούς τόπους, που ακόμη πιάνει τόπο το καλημέρα, ο κάθε πεταχτός, ασήμαντος χαιρετισμός, γίνεται ιεροτελεστία, ένα προσωπικό δώρο και ταυτόχρονα η αναγκαία, ομαδική συνύπαρξη μας.
Όσο και να φορτώνουν, να βαραίνουν οι γνωστοί ή οι φίλοι, εκείνα τα περίεργα, ενοχλητικά μάτια, που δεν σταματούν, να ψάχνουν τα καθημερινά πατήματα, δεν συγκρίνεται με τίποτα,
ο κοινός, αρμονικός χωροχρόνος, που μόνο στο μικρό και κλειστό περιβάλλον, καταφέρνει να ξεπερνά ακόμα και τα πιο παλιά, λατρεμένα μυθιστορήματα και να σε κάνει να νιώθεις ολοζώντανος.
Η πιο μεγάλη γιορτή της Ορθοδοξίας, το Πάσχα, ξεκινά, μέσα στον οργασμό της Άνοιξης, βρίσκει την φύση να ερωτοτροπεί και να προκαλεί, να συναγωνίζεται το ψέμα των πιο άξιων ζωγράφων,
των πιο ευφάνταστων δημιουργών, μα είναι ένα πέταγμα, ένα λουλούδι ή ένα μικρό αδιάφορο, άσημο έντομο, που μας ξεπερνά και προκαλεί, μάταια, να αντιγράψουμε, να επαναλάβουμε, ό,τι νιώθουμε και όπως μπορούμε.
Από το Σάββατο, του Λαζάρου, ξεκινά το τελετουργικό των μεγάλων ημερών, πέρα από την κατάνυξη και την πίστη, η κουζίνα της οικογένειας ανακατεύεται, για να κάνει τα μαγικά της.
Όπως σε όλη την Ελλάδα, έτσι και στην Κάρπαθο, ζυμώνουν τους Λαζάρους, τα νηστίσιμα καλούρια με το σουσάμι.
Τα Λαζαράκια κάνουν το γύρο των σπιτιών, αφού στέλνονται από τις νύφες στις πεθερές, στους φιλιότσους και όπως γράφει χαρακτηριστικά, το 1976, η παθιασμένη λογοτέχνιδα με τον τόπο της, Έυρη Βαρίκα-Μοσκόβη, «δίνονται σε φτωχούς, αν υπάρχουν στη Κάρπαθο».
Ακόμη και σήμερα στο χωριό Πυλές, αναβιώνουν το έθιμο με τα κάλαντα, για την ανάσταση του Λαζάρου, ενώ στις Μενετές , με πρωτοβουλία του τοπικού πολιτιστικού συλλόγου, επαφέρουν το ξεχασμένο δρώμενο της ημέρας και από το πρωϊ του Μ. Σαββάτου, το διδάσκουν στα παιδιά.
Οι επόμενες Μεγάλες ημέρες, είναι αφιερωμένες στις εκκλησιαστικές ακολουθίες, μα ακόμη και αν πιστεύεις λιγότερο, είναι μια ευκαιρία να παρατηρήσεις τα λεπτά γρανάζια του χρόνου, να δεις την ατέλειωτη ροή του, και να επαναπροσδιορίσει το δικό μας, ανθρώπινο ρόλο, μέσα από την κυκλική, επαναληπτική του ή αν το νιώθεις, την ευθύγραμμη, κάθε φορά ξεχωριστή πορεία του.
Ακόμη μια φορά η κουζίνα ξεπερνά τον εαυτό της, μέσα στη νηστεία και την σιωπή, ξεπετάγεται το χρώμα, το βάψιμο των αβγών την Μεγάλη Πέμπτη, κάνει τις Θλιβερές ώρες, αισιόδοξες, κόκκινες και γυαλιστερές.
Αντιγράφω και πάλι από την Έυρη Βαρίκα-Μοσκόβη, «θεωρείται μεγάλη ευτυχία όταν η μαύρη κότα γεννήσει αβγό την Μεγάλη Πέμπτη, το βάζουν χωριστά, δεν πρέπει να φαγωθεί, είναι που πιστεύουν πως θα γίνει χρυσάφι». Πάνε, μας έφυγαν οι μαύρες κότες, τράβηξαν και τα χρυσάφια μας, κοντά τους.
Η Μεγάλη Παρασκευή είναι η πιο σκληρή, η πιο δύσκολη ημέρα, όλης της χρονιάς. Το πένθος σκεπάζει την χριστιανοσύνη, όμως και πάλι δεν υπάρχει μέτρο πίστης, είναι μια συλλογική, Ελληνική συνείδηση, φέρνει ψηλά τον Θεό, που πεθαίνει, για να συγχωρέσει τις αμαρτίες μας.
Στην Κάρπαθο η μέρα αφιερωμένη στο Θεό και τους νεκρούς τις κάθε φαμίλιας, εντυπωσιάζουν οι γυναίκες στις Μενετές, που τραγουδούν το μοιρολόϊ της Παναγίας, καθισμένες σε κύκλο γύρω από τον επιτάφιο, στο κέντρο της Εκκλησίας, όμως στην Όλυμπο το κλάμα και το μαλλιοτράβηγμα δεν αφήνει περιθώρια, για περιγραφικές κουβέντες, εκεί αυτή η Παρασκευή, είναι αληθινά Μεγάλη και αφιερωμένη στους δίχως επιστροφή ταξιδιώτες, στους νεκρούς, τις κάθε οικογένειας.
Ο Ηλίας Βασιλαράς, Καρπάθιος μελετητής και ερευνητής της Καρπαθιακής λαογραφίας, κάθε φορά εντυπωσιάζεται από τα ολοζώντανα έθιμα, που δείχνουν να αναβιώνουν και αντιστέκονται πιο δυνατά, από το βίαιο πέρασμα του χρόνου.
Το πένθος της Μ. Παρασκευής, δεν ταιριάζει, δεν στέκεται πλάι, με τις ζωντανές ψυχές, έτσι ο μαύρος χρόνος δεν τραβά πολύ, την επομένη κιόλας μέρα, το Μεγάλο Σάββατο, λέει ο σοφός λαός, πως είναι η πιο μικρή του χρόνου, και αυτό γιατί είναι τόσες οι δουλειές που για να προλάβεις, ξεπουλάς, όσο-όσο, τις στιγμές σου.
Η κουζίνα ξαναγίνεται το πιο φωτεινό μα και βρώμικο δωμάτιο του σπιτιού. Ξαναγυρνώ στην Κάρπαθο, με το πλάσιμο της λαμπριάτικης αυγούλας και τα λαμπροκούλουρα, αλλά και την προετοιμασία του Πασχαλιάτικου φαγητού, με τα πολλά ονόματα, το βυζάντι ή το οφτό ή ο πασπαράς.
Ξεκινάμε με το πάλεμα της ζύμης, το ξινισμένο γάλα και μια οκά μυρωδικά, μοσχοκαφιά, κανέλλα και μαστίχι. Μετά το φούσκωμα της πλάθονται οι κούκνουκοι, τα ζυμάρια που όταν βγούν από τον φούρνο, θα μοιάζουν με μικρές ολόγλυκες κοπέλες.
Έπειτα γεμίζεται με τέχνη το κατσίκι που θα μπει και θα σφραγιστεί, με λάσπη, στον πυρωμένο φούρνο. Βλέπεις δεν χωρούν τα σουβλιστά, πάνω στη θάλασσα.
Την πρώτη ανάσταση, λίγοι την πίστεψαν, στάθηκαν όμως πιο τυχεροί διακόπτοντας τις μάλλον χαλαρές νηστείες.
Έπειτα το τελετουργικό στον Άι Μηνά, στις σπηλιές των βράχων του Αφιάρτη, σαν να αποκτά δέσιμο το σήμερα με το μακρινό παρελθόν, εκεί δίνουν ραντεβού ξεχασμένοι Αγιοί, με τους δικούς μας, σύγχρονους, χορτάτους Θεούς.
Στην Κάρπαθο δεν αναζητάς τα έθιμα, έρχονται και σε ξυπνούν, χτυπούν τη πόρτα στα καλά καθούμενα, τρίβονται με τις μοντέρνες συνήθειες και επαναφέρουν τα μνημόνια που αφήσαμε πίσω, για να αποδεχτούμε σιωπηλά το παγκόσμιο, συλλογικό τρόπο σκέψης.
Όσο κι αν το κορμί γερνά, στα σίγουρα η ψυχή ακολουθεί μια αντίστροφη πορεία, η μνήμη είναι που απογειώνει, κρατά μια Ελλάδα μέσα της, ούτε που αφήνει πένθιμα και θλιβερά σενάρια καταστροφής, δίνει μια και τα πνίγει, όλα λουσμένα από το άπειρο, το Μαγιάτικο Ελληνικό Φως.
Από την Ιστοσελίδα Verena.gr
2 σχόλια:
Πολύ όμορφη η ανάρτησή σου Καρπαθάκι μου!!!
Το Πάσχα, για εμάς τους Χριστιανούς, είναι η ομορφότερη γιορτή. Η Μεγάλη εβδομάδα, η πιο κατανυκτική εβδομάδα της χρονιάς ολόκληρης.
Καλό Πάσχα καλή μου ηλ. φίλη, με υγεία!!!
Πέρασα να ευχηθώ. Καλή Ανάσταση και υγεία. Να περάσετε όμορφα.
Δημοσίευση σχολίου