Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα παιδιά και τηλεόραση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα παιδιά και τηλεόραση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τα παιδιά τρώνε ό,τι και τα... καρτούν!

Οι σειρές κινουμένων σχεδίων της ΤV επηρεάζουν τις συνήθειες διατροφής


Αναδημοσίευση από ΤΑ ΝΕΑ
ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Μάνος Χαραλαμπάκης


«Ήξερες ότι το μήλο είναι σαν την οδοντόβουρτσα; Κι όμως είναι αλήθεια. Εάν δαγκώνεις ένα μήλο κάθε μέρα καθαρίζεις τα δόντια σου και δυναμώνουν τα ούλα σου. (...). Το μήλο και το αχλάδι είναι πηγή ενέργειας γιατί περιέχουν βιταμίνες, ιχνοστοιχεία, υδατάνθρακες και ίνες. Εάν τρως μήλα και αχλάδια δεν θα κρυολογήσεις τόσο εύκολα...».

Δεν πρόκειται για απόσπασμα από βιβλίο διατροφής. Είναι ένα από τα επεισόδια της ισπανικής παιδικής σειράς κινουμένων σχεδίων «vitaminix» που στόχο έχει να αποκτήσουν τα παιδιά πιο υγιεινές διατροφικές συνήθειες. Προβάλλεται και στην Ελλάδα από ιδιωτικό τηλεοπτικό κανάλι. Οι προηγούμενες γενιές μεγάλωσαν βλέποντας καρτούν στην τηλεόραση που καταβρόχθιζαν χάμπουργκερ, όπως ο Πόλντο στον Ποπάι, πίτσες όπως τα Χελωνονιντζάκια. Σήμερα όμως οι ήρωες των κινουμένων σχεδίων αλλά και των παιδικών σειρών τρώνε πιο υγιεινά. Τα ποσοστά της παιδικής παχυσαρκίας ολοένα και αυξάνονται και οι παραγωγοί πιέζονται από τις κυβερνήσεις να εντάξουν στο μενού των καρτούν φρούτα, λαχανικά και στη ζωή τους σωματική δραστηριότητα. Ενδεικτικό είναι πως εδώ και μία πενταετία έχει μεγάλη τηλεθέαση σε πολλές χώρες του κόσμου μία ισλανδική παιδική σειρά με ήρωα τον Sportacus που παροτρύνει τα παιδιά να τρώνε φρούτα και λαχανικά.

«Πράγματι υπάρχει πλέον αυτή η τάση οι ήρωες κινουμένων σχεδίων και παιδικών σειρών να ακολουθούν πιο υγιεινές διατροφικές συνήθειες. Στις περασμένες δεκαετίες δεν υπήρχε πρόνοια των παραγωγών γι΄ αυτό το θέμα», λέει στα «ΝΕΑ» η αναπληρώτρια καθηγήτρια στο τμήμα ΜΜΕ του ΑΠΘ κ. Τέσσα Δουλκέρη. Όπως προσθέτει, τα τελευταία χρόνια αυτό αλλάζει: από τη στιγμή που αποδείχθηκε η αρνητική επίδραση που έχει η τηλεόραση, και ειδικά τα καρτούν, στα παιδιά, γίνεται προσπάθεια να ανατραπεί αυτή η αρνητική επιρροή. Τόσο η κ. Δουλκέρη όσο και η διατροφολόγος κ. Κωσταλένια Καλλιανιώτη τονίζουν ότι από τη στιγμή που υπάρχουν παιδικές σειρές που προβάλλουν θετικά διατροφικά πρότυπα, οι γονείς θα πρέπει να φροντίσουν να παρακολουθούν αυτές τα παιδιά τους. «Αλλά βέβαια δεν αρκεί να βλέπουν τα παιδιά τέτοια προγράμματα. Θα πρέπει και οι γονείς στο σπίτι να καταναλώνουν ανάλογες τροφές», αναφέρει η κ. Καλλιανιώτη. Οι παλιές παιδικές σειρές κινουμένωνσχεδίων πάντως ήταν γεμάτες από ήρωες που έδιναν στα παιδιά κακά διατροφικά παραδείγματα. Τα Χελωνονιντζάκια, για παράδειγμα, λέει η κ. Καλλιανιώτη, έτρωγαν πίτσα.

Στους Simpsons o Χόμερ τρώει ντόνατς. Τονίζει μάλιστα ότι πολλές φορές δημιουργείται σύγχυση στα παιδιά βλέποντας τους ήρωες να καταναλώνουν συγκεκριμένους τύπους τροφών. Υπήρχαν βέβαια και οι ήρωες που δεν έλεγαν όχι στα φρούτα και τα λαχανικά. Ο Ποπάι γινόταν δυνατός τρώγοντας σπανάκι.

Τα φρούτα και τα λαχανικά δεν περιλαμβάνονται στο καθημερινό διαιτολόγιο των Ελληνόπουλων.
Έρευνα που έχει πραγματοποιήσει το Ίδρυμα «Αριστείδης Δασκαλόπουλος» έχει δείξει ότι 12% των παιδιών ηλικίας από 3 έως 12 ετών δεν τρώνε φρούτα σε καθημερινή βάση, ενώ 33% καταναλώνουν μόλις μία μερίδα καθημερινά.

Υγιεινή «στροφή» των... Simpsons

ΑΚΟΜΗ και τους ήρωες κινουμένων σχεδίων που αρέσκονται στους πειρασμούς της ζάχαρης και των λιπαρών χρησιμοποιούν οι επιστήμονες σε χώρες του εξωτερικού, προκειμένου να στρέψουν τα παιδιά σε καλύτερες διατροφικές συνήθειες.

Ενδεικτικό είναι ότι πριν από λίγο καιρό, το βρετανικό υπουργείο Υγείας ανακοίνωσε ότι θα... επιστρατεύσει τους Simpsons σε μία καμπάνια για να βελτιώσει τη διατροφή των παιδιών. Λίγο πριν αρχίσει η σειρά θα εμφανίζονται τα μέλη της οικογένειας Simpsons να τρώνε τα αγαπημένα τους σνακ όπως πίτσα και παγωτό. Αμέσως όμως τα σνακ θα εξαφανίζονται και θα παίρνουν τη θέση τους τροφές περισσότερο θρεπτικές όπως καρότα, μήλα, αχλάδια. Ήρωας καρτούν αναμένεται να γίνει και ο διάσημος σεφ Τζέιμι Όλιβερ προκειμένου να βοηθήσει με αυτόν τον τρόπο τα παιδιά να ακολουθούν καλύτερες διατροφικές συνήθειες.

Τα παιδιά αργούν να μιλήσουν εξαιτίας της τηλεόρασης


 Ένα στα τέσσερα αγόρια και ένα στα επτά κορίτσια δυσκολεύονται να μάθουν να μιλάνε και αυτό γιατί με την τηλεόραση συνεχώς ανοιχτή στα περισσότερα σπίτια τα παιδιά ακούνε περισσότερο τα τηλεοπτικά προγράμματα παρά την ομιλία των γονιών και γενικά του περιβάλλοντός τους με 
αποτέλεσμα να μην μπορούν να καταλάβουν την ομιλία των ενηλίκων που βρίσκονται γύρω τους.
Πρόσφατη βρετανική έρευνα αποκάλυψε πως το 22 % των αγοριών και το 13% των κοριτσιών αντιμετωπίζουν πρόβλημα στην ανάπτυξη του λόγου και στην κατανόηση των άλλων.
Τα παιδιά που προέρχονται από οικογένειες που ανήκουν στη μεσαία τάξη διαπιστώθηκε ότι ήταν εξίσου πιθανό να αντιμετωπίζουν προβλήματα με εκείνα που προέρχονται από λιγότερο εύπορες οικογένειες.
Η μελέτη έδειξε πως ποσοστό μεγαλύτερο του 25 % των οικογενειών έχει ανοιχτή την τηλεόραση είτε «τις περισσότερες φορές» είτε «όλη την ώρα».
Ένα στα δέκα παιδιά ηλικίας μόλις ενός ή δύο ετών έχει τηλεόραση στο δωμάτιό του, ενώ το ένα στα τρία παιδιά ηλικίας από πέντε έως επτά ετών έχουν δική τους τηλεόραση.
Η δρ. Gross, επικεφαλής της μελέτης, εξέφρασε την ανησυχία ότι ακόμα κι αν τα παιδιά δεν βλέπουν τα ίδια τηλεόραση, ο θόρυβος που υπάρχει στο περιβάλλον καθιστά δύσκολο για αυτά να καταλάβουν τους γονείς τους ή τα μεγαλύτερα αδέλφια τους όταν μιλούν.
Η ίδια εκτιμάει ότι τα προβλήματα ομιλίας που αντιμετωπίζουν ορισμένα παιδιά συνδέονται με την περιορισμένη έκθεσή τους στη γλώσσα στα πρώτα χρόνια της ζωής τους.
«Ο εγκέφαλός μας δεν έχει εξελιχθεί έτσι ώστε να μαθαίνει από μηχανές. Τα μωρά έχουν την ικανότητα να ανταποκριθούν σε ένα πρόσωπο και να αναγνωρίσουν τα πρόσωπα των γονιών τους », επισημαίνει.
Η πιο συνηθισμένη ηλικία, που τα παιδιά λένε την πρώτη τους λέξη, είναι μεταξύ 10-11 μηνών σύμφωνα με την έρευνα, στην οποία συμμετείχαν 1000 γονείς.
Περισσότερα κορίτσια από αγόρια – 34% έναντι 27 % - είχαν πει την πρώτη τους λέξη τους, πριν γίνουν 9 μηνών. Ωστόσο το 4 % των παιδιών δεν είχε πει την πρώτη του λέξη πριν από την ηλικία των 3 ετών.
Η ηλικία μεταξύ 13 - 18 μηνών ήταν η πιο συνηθισμένη, που τα παιδιά άρχισαν να χρησιμοποιούν 2 λέξεις μαζί, όπως «θέλω νερό» ή «έλα εδώ».
Τα κορίτσια ήταν κατά μέσο όρο πιο γρήγορα στο να μάθουν να χρησιμοποιούν δύο λέξεις μαζί, με το 64 % να το έχουν πετύχει σε ηλικία 18 μηνών σε σύγκριση με το 54 % των αγοριών.
Η έρευνα εξέτασε επίσης τα πρώτα λόγια των παιδιών και επιβεβαίωσε ότι είναι πιο πιθανό να πουν «μπαμπά» παρά «μαμά». Τη λέξη «μπαμπά» θεωρείται ότι είναι πιο εύκολο να την προφέρει ένα μωρό.
Συνολικά το 17 % των παιδιών παρουσίασαν «μικρή ή σημαντική δυσκολία» στην ικανότητα να μιλήσουν. Μόνο τα μισά από αυτά τα παιδιά όμως είχαν βοήθεια από κάποιον ειδικό.
«Η ικανότητά μας να επικοινωνούμε είναι θεμελιώδης και στηρίζει όλα τα άλλα» υπογραμμίζει η ερευνητική ομάδα. «Η απόκτηση της ικανότητας αυτής από ένα παιδί είναι πολύ σημαντική. Το ποσοστό των παιδιών που έχουν δυσκολίες να μιλήσουν και να καταλάβουν την ομιλία των άλλων είναι υψηλό, ιδίως μεταξύ των αγοριών.
«Είναι απαραίτητο όλα αυτά τα παιδιά να παίρνουν τη βοήθεια που χρειάζονται από ειδικευμένους επαγγελματίες όσο το δυνατόν νωρίτερα.»

Τι λένε οι ειδικοί
Η κρίσιμη ηλικία για την ανάπτυξη του λόγου και της ικανότητας επικοινωνίας ενός παιδιού σύμφωνα με τους ειδικούς είναι μεταξύ 1, 5 και 5 ετών.
«Σε αυτό το κρίσιμο διάστημα το παιδί πρέπει να δέχεται πληθώρα γλωσσικών ερεθισμάτων από τους γονείς του και από το περιβάλλον του γενικότερα. Όσο περισσότερα ερεθίσματα δέχεται τόσο περισσότερο συνειδητοποιεί ότι είναι αναγκαία η χρήση της λεκτικής επικοινωνίας», τονίζει η Αλεξάνδρα Καππάτου, ψυχολόγος-παιδοψυχολόγος.
«Από την άλλη πλευρά η παραμονή του παιδιού σε χώρους με ανοιχτή την τηλεόραση, όπου δεν υπάρχει λεκτική επικοινωνία, δυσκολεύει την ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας.
Είναι σημαντικό να καταλάβουν οι γονείς ότι χρειάζεται από τις πρώτες στιγμές της γέννησης του παιδιού να του μιλούν και να προσπαθούν να επικοινωνήσουν μαζί του. Αυτό θα το βοηθήσει να αποκτήσει ένα κίνητρο να μιμηθεί τους γονείς του και να μάθει να μιλάει».
Η ηλικία κατά την οποία το παιδί θα αρχίσει να μιλάει μπορεί να διαφέρει κατά περίπτωση. Ωστόσο μπορεί να είναι ανησυχητικό αν ενώ έχει συμπληρώσει τους 18-24 μήνες, δεν μιλάει καθόλου. Αν συμβαίνει κάτι τέτοιο δεν αποκλείεται να είναι απαραίτητη επαγγελματική βοήθεια.
«Στην ηλικία των 15 μηνών συνήθως τα παιδιά λένε τις πρώτες λεξούλες, πολλές από τις οποίες σημαίνουν κάτι, πιθανώς όμως όχι μόνον ένα πράγμα. Σε ηλικία 18 μηνών λένε περισσότερες λέξεις», σημειώνει ο Γιώργος Καλομοίρης, λογοθεραπευτής.
«Είναι φυσικό ότι δεν μιλάνε καθαρά, μιλάνε όμως, χρησιμοποιούν κάποιες λέξεις, με τις οποίες φτιάχνουν και φράσεις, για να μιλήσουν για θέματα τα οποία τους ενδιαφέρουν.
Κάποια παιδιά μπορεί να μην λένε κάτι στην ηλικία των 12 ή των 15 ή των 18 μηνών. Για να εκτιμηθεί κατά πόσον αυτό οφείλεται σε κάποιο πρόβλημα θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και άλλοι παράγοντες, όπως αν το παιδί ακούει και εντοπίζει την πηγή των ήχων, αν επικοινωνεί εξωλεκτικά, αν επικοινωνεί μέσα από το παιχνίδι.»
Σε κάθε περίπτωση είναι προτιμότερο να ανησυχήσουμε νωρίς και λάθος παρά αργά και σωστά. Η γνώμη κάποιου ειδικού, λογοθεραπευτή ή ψυχολόγου, θα βοηθήσει να εντοπιστεί οποιαδήποτε δυσκολία και να αντιμετωπιστεί σε πρώιμο στάδιο.

Πηγή : www.cosmo.gr

Παιδιά και Τηλεόραση

Τα παιδιά αργούν να μιλήσουν εξαιτίας της τηλεόρασης


Ένα στα τέσσερα αγόρια και ένα στα επτά κορίτσια δυσκολεύονται να μάθουν να μιλάνε και αυτό γιατί με την τηλεόραση συνεχώς ανοιχτή στα περισσότερα σπίτια τα παιδιά ακούνε περισσότερο τα τηλεοπτικά προγράμματα παρά την ομιλία των γονιών και γενικά του περιβάλλοντός τους με αποτέλεσμα να μην μπορούν να καταλάβουν την ομιλία των ενηλίκων που βρίσκονται γύρω τους.

Πρόσφατη βρετανική έρευνα αποκάλυψε πως το 22 % των αγοριών και το 13% των κοριτσιών αντιμετωπίζουν πρόβλημα στην ανάπτυξη του λόγου και στην κατανόηση των άλλων.

Τα παιδιά που προέρχονται από οικογένειες που ανήκουν στη μεσαία τάξη διαπιστώθηκε ότι ήταν εξίσου πιθανό να αντιμετωπίζουν προβλήματα με εκείνα που προέρχονται από λιγότερο εύπορες οικογένειες.

Η μελέτη έδειξε πως ποσοστό μεγαλύτερο του 25 % των οικογενειών έχει ανοιχτή την τηλεόραση είτε «τις περισσότερες φορές» είτε «όλη την ώρα».

Ένα στα δέκα παιδιά ηλικίας μόλις ενός ή δύο ετών έχει τηλεόραση στο δωμάτιό του, ενώ το ένα στα τρία παιδιά ηλικίας από πέντε έως επτά ετών έχουν δική τους τηλεόραση.

Η δρ. Gross, επικεφαλής της μελέτης, εξέφρασε την ανησυχία ότι ακόμα κι αν τα παιδιά δεν βλέπουν τα ίδια τηλεόραση, ο θόρυβος που υπάρχει στο περιβάλλον καθιστά δύσκολο για αυτά να καταλάβουν τους γονείς τους ή τα μεγαλύτερα αδέλφια τους όταν μιλούν.

Η ίδια εκτιμάει ότι τα προβλήματα ομιλίας που αντιμετωπίζουν ορισμένα παιδιά συνδέονται με την περιορισμένη έκθεσή τους στη γλώσσα στα πρώτα χρόνια της ζωής τους.

«Ο εγκέφαλός μας δεν έχει εξελιχθεί έτσι ώστε να μαθαίνει από μηχανές. Τα μωρά έχουν την ικανότητα να ανταποκριθούν σε ένα πρόσωπο και να αναγνωρίσουν τα πρόσωπα των γονιών τους », επισημαίνει.

Η πιο συνηθισμένη ηλικία, που τα παιδιά λένε την πρώτη τους λέξη, είναι μεταξύ 10-11 μηνών σύμφωνα με την έρευνα, στην οποία συμμετείχαν 1000 γονείς.

Περισσότερα κορίτσια από αγόρια – 34% έναντι 27 % - είχαν πει την πρώτη τους λέξη τους, πριν γίνουν 9 μηνών. Ωστόσο το 4 % των παιδιών δεν είχε πει την πρώτη του λέξη πριν από την ηλικία των 3 ετών.

Η ηλικία μεταξύ 13 - 18 μηνών ήταν η πιο συνηθισμένη, που τα παιδιά άρχισαν να χρησιμοποιούν 2 λέξεις μαζί, όπως «θέλω νερό» ή «έλα εδώ».

Τα κορίτσια ήταν κατά μέσο όρο πιο γρήγορα στο να μάθουν να χρησιμοποιούν δύο λέξεις μαζί, με το 64 % να το έχουν πετύχει σε ηλικία 18 μηνών σε σύγκριση με το 54 % των αγοριών.

Η έρευνα εξέτασε επίσης τα πρώτα λόγια των παιδιών και επιβεβαίωσε ότι είναι πιο πιθανό να πουν «μπαμπά» παρά «μαμά». Τη λέξη «μπαμπά» θεωρείται ότι είναι πιο εύκολο να την προφέρει ένα μωρό.

Συνολικά το 17 % των παιδιών παρουσίασαν «μικρή ή σημαντική δυσκολία» στην ικανότητα να μιλήσουν. Μόνο τα μισά από αυτά τα παιδιά όμως είχαν βοήθεια από κάποιον ειδικό.

«Η ικανότητά μας να επικοινωνούμε είναι θεμελιώδης και στηρίζει όλα τα άλλα» υπογραμμίζει η ερευνητική ομάδα. «Η απόκτηση της ικανότητας αυτής από ένα παιδί είναι πολύ σημαντική. Το ποσοστό των παιδιών που έχουν δυσκολίες να μιλήσουν και να καταλάβουν την ομιλία των άλλων είναι υψηλό, ιδίως μεταξύ των αγοριών.

«Είναι απαραίτητο όλα αυτά τα παιδιά να παίρνουν τη βοήθεια που χρειάζονται από ειδικευμένους επαγγελματίες όσο το δυνατόν νωρίτερα.»

Τι λένε οι ειδικοί

Η κρίσιμη ηλικία για την ανάπτυξη του λόγου και της ικανότητας επικοινωνίας ενός παιδιού σύμφωνα με τους ειδικούς είναι μεταξύ 1, 5 και 5 ετών.

«Σε αυτό το κρίσιμο διάστημα το παιδί πρέπει να δέχεται πληθώρα γλωσσικών ερεθισμάτων από τους γονείς του και από το περιβάλλον του γενικότερα. Όσο περισσότερα ερεθίσματα δέχεται τόσο περισσότερο συνειδητοποιεί ότι είναι αναγκαία η χρήση της λεκτικής επικοινωνίας», τονίζει η Αλεξάνδρα Καππάτου, ψυχολόγος-παιδοψυχολόγος.

«Από την άλλη πλευρά η παραμονή του παιδιού σε χώρους με ανοιχτή την τηλεόραση, όπου δεν υπάρχει λεκτική επικοινωνία, δυσκολεύει την ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας.

Είναι σημαντικό να καταλάβουν οι γονείς ότι χρειάζεται από τις πρώτες στιγμές της γέννησης του παιδιού να του μιλούν και να προσπαθούν να επικοινωνήσουν μαζί του. Αυτό θα το βοηθήσει να αποκτήσει ένα κίνητρο να μιμηθεί τους γονείς του και να μάθει να μιλάει».

Η ηλικία κατά την οποία το παιδί θα αρχίσει να μιλάει μπορεί να διαφέρει κατά περίπτωση. Ωστόσο μπορεί να είναι ανησυχητικό αν ενώ έχει συμπληρώσει τους 18-24 μήνες, δεν μιλάει καθόλου. Αν συμβαίνει κάτι τέτοιο δεν αποκλείεται να είναι απαραίτητη επαγγελματική βοήθεια.

«Στην ηλικία των 15 μηνών συνήθως τα παιδιά λένε τις πρώτες λεξούλες, πολλές από τις οποίες σημαίνουν κάτι, πιθανώς όμως όχι μόνον ένα πράγμα. Σε ηλικία 18 μηνών λένε περισσότερες λέξεις», σημειώνει ο Γιώργος Καλομοίρης, λογοθεραπευτής.

«Είναι φυσικό ότι δεν μιλάνε καθαρά, μιλάνε όμως, χρησιμοποιούν κάποιες λέξεις, με τις οποίες φτιάχνουν και φράσεις, για να μιλήσουν για θέματα τα οποία τους ενδιαφέρουν.

Κάποια παιδιά μπορεί να μην λένε κάτι στην ηλικία των 12 ή των 15 ή των 18 μηνών. Για να εκτιμηθεί κατά πόσον αυτό οφείλεται σε κάποιο πρόβλημα θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και άλλοι παράγοντες, όπως αν το παιδί ακούει και εντοπίζει την πηγή των ήχων, αν επικοινωνεί εξωλεκτικά, αν επικοινωνεί μέσα από το παιχνίδι.»

Σε κάθε περίπτωση είναι προτιμότερο να ανησυχήσουμε νωρίς και λάθος παρά αργά και σωστά. Η γνώμη κάποιου ειδικού, λογοθεραπευτή ή ψυχολόγου, θα βοηθήσει να εντοπιστεί οποιαδήποτε δυσκολία και να αντιμετωπιστεί σε πρώιμο στάδιο.


ΠΗΓΗ : http://www.cosmo.gr/Health/259808.html