Τα παιδιά αργούν να μιλήσουν εξαιτίας της τηλεόρασης
Ένα στα τέσσερα αγόρια και ένα στα επτά κορίτσια δυσκολεύονται να μάθουν να μιλάνε και αυτό γιατί με την τηλεόραση συνεχώς ανοιχτή στα περισσότερα σπίτια τα παιδιά ακούνε περισσότερο τα τηλεοπτικά προγράμματα παρά την ομιλία των γονιών και γενικά του περιβάλλοντός τους με αποτέλεσμα να μην μπορούν να καταλάβουν την ομιλία των ενηλίκων που βρίσκονται γύρω τους.
Πρόσφατη βρετανική έρευνα αποκάλυψε πως το 22 % των αγοριών και το 13% των κοριτσιών αντιμετωπίζουν πρόβλημα στην ανάπτυξη του λόγου και στην κατανόηση των άλλων.
Τα παιδιά που προέρχονται από οικογένειες που ανήκουν στη μεσαία τάξη διαπιστώθηκε ότι ήταν εξίσου πιθανό να αντιμετωπίζουν προβλήματα με εκείνα που προέρχονται από λιγότερο εύπορες οικογένειες.
Η μελέτη έδειξε πως ποσοστό μεγαλύτερο του 25 % των οικογενειών έχει ανοιχτή την τηλεόραση είτε «τις περισσότερες φορές» είτε «όλη την ώρα».
Ένα στα δέκα παιδιά ηλικίας μόλις ενός ή δύο ετών έχει τηλεόραση στο δωμάτιό του, ενώ το ένα στα τρία παιδιά ηλικίας από πέντε έως επτά ετών έχουν δική τους τηλεόραση.
Η δρ. Gross, επικεφαλής της μελέτης, εξέφρασε την ανησυχία ότι ακόμα κι αν τα παιδιά δεν βλέπουν τα ίδια τηλεόραση, ο θόρυβος που υπάρχει στο περιβάλλον καθιστά δύσκολο για αυτά να καταλάβουν τους γονείς τους ή τα μεγαλύτερα αδέλφια τους όταν μιλούν.
Η ίδια εκτιμάει ότι τα προβλήματα ομιλίας που αντιμετωπίζουν ορισμένα παιδιά συνδέονται με την περιορισμένη έκθεσή τους στη γλώσσα στα πρώτα χρόνια της ζωής τους.
«Ο εγκέφαλός μας δεν έχει εξελιχθεί έτσι ώστε να μαθαίνει από μηχανές. Τα μωρά έχουν την ικανότητα να ανταποκριθούν σε ένα πρόσωπο και να αναγνωρίσουν τα πρόσωπα των γονιών τους », επισημαίνει.
Η πιο συνηθισμένη ηλικία, που τα παιδιά λένε την πρώτη τους λέξη, είναι μεταξύ 10-11 μηνών σύμφωνα με την έρευνα, στην οποία συμμετείχαν 1000 γονείς.
Περισσότερα κορίτσια από αγόρια – 34% έναντι 27 % - είχαν πει την πρώτη τους λέξη τους, πριν γίνουν 9 μηνών. Ωστόσο το 4 % των παιδιών δεν είχε πει την πρώτη του λέξη πριν από την ηλικία των 3 ετών.
Η ηλικία μεταξύ 13 - 18 μηνών ήταν η πιο συνηθισμένη, που τα παιδιά άρχισαν να χρησιμοποιούν 2 λέξεις μαζί, όπως «θέλω νερό» ή «έλα εδώ».
Τα κορίτσια ήταν κατά μέσο όρο πιο γρήγορα στο να μάθουν να χρησιμοποιούν δύο λέξεις μαζί, με το 64 % να το έχουν πετύχει σε ηλικία 18 μηνών σε σύγκριση με το 54 % των αγοριών.
Η έρευνα εξέτασε επίσης τα πρώτα λόγια των παιδιών και επιβεβαίωσε ότι είναι πιο πιθανό να πουν «μπαμπά» παρά «μαμά». Τη λέξη «μπαμπά» θεωρείται ότι είναι πιο εύκολο να την προφέρει ένα μωρό.
Συνολικά το 17 % των παιδιών παρουσίασαν «μικρή ή σημαντική δυσκολία» στην ικανότητα να μιλήσουν. Μόνο τα μισά από αυτά τα παιδιά όμως είχαν βοήθεια από κάποιον ειδικό.
«Η ικανότητά μας να επικοινωνούμε είναι θεμελιώδης και στηρίζει όλα τα άλλα» υπογραμμίζει η ερευνητική ομάδα. «Η απόκτηση της ικανότητας αυτής από ένα παιδί είναι πολύ σημαντική. Το ποσοστό των παιδιών που έχουν δυσκολίες να μιλήσουν και να καταλάβουν την ομιλία των άλλων είναι υψηλό, ιδίως μεταξύ των αγοριών.
«Είναι απαραίτητο όλα αυτά τα παιδιά να παίρνουν τη βοήθεια που χρειάζονται από ειδικευμένους επαγγελματίες όσο το δυνατόν νωρίτερα.»
Τι λένε οι ειδικοί
Η κρίσιμη ηλικία για την ανάπτυξη του λόγου και της ικανότητας επικοινωνίας ενός παιδιού σύμφωνα με τους ειδικούς είναι μεταξύ 1, 5 και 5 ετών.
«Σε αυτό το κρίσιμο διάστημα το παιδί πρέπει να δέχεται πληθώρα γλωσσικών ερεθισμάτων από τους γονείς του και από το περιβάλλον του γενικότερα. Όσο περισσότερα ερεθίσματα δέχεται τόσο περισσότερο συνειδητοποιεί ότι είναι αναγκαία η χρήση της λεκτικής επικοινωνίας», τονίζει η Αλεξάνδρα Καππάτου, ψυχολόγος-παιδοψυχολόγος.
«Από την άλλη πλευρά η παραμονή του παιδιού σε χώρους με ανοιχτή την τηλεόραση, όπου δεν υπάρχει λεκτική επικοινωνία, δυσκολεύει την ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας.
Είναι σημαντικό να καταλάβουν οι γονείς ότι χρειάζεται από τις πρώτες στιγμές της γέννησης του παιδιού να του μιλούν και να προσπαθούν να επικοινωνήσουν μαζί του. Αυτό θα το βοηθήσει να αποκτήσει ένα κίνητρο να μιμηθεί τους γονείς του και να μάθει να μιλάει».
Η ηλικία κατά την οποία το παιδί θα αρχίσει να μιλάει μπορεί να διαφέρει κατά περίπτωση. Ωστόσο μπορεί να είναι ανησυχητικό αν ενώ έχει συμπληρώσει τους 18-24 μήνες, δεν μιλάει καθόλου. Αν συμβαίνει κάτι τέτοιο δεν αποκλείεται να είναι απαραίτητη επαγγελματική βοήθεια.
«Στην ηλικία των 15 μηνών συνήθως τα παιδιά λένε τις πρώτες λεξούλες, πολλές από τις οποίες σημαίνουν κάτι, πιθανώς όμως όχι μόνον ένα πράγμα. Σε ηλικία 18 μηνών λένε περισσότερες λέξεις», σημειώνει ο Γιώργος Καλομοίρης, λογοθεραπευτής.
«Είναι φυσικό ότι δεν μιλάνε καθαρά, μιλάνε όμως, χρησιμοποιούν κάποιες λέξεις, με τις οποίες φτιάχνουν και φράσεις, για να μιλήσουν για θέματα τα οποία τους ενδιαφέρουν.
Κάποια παιδιά μπορεί να μην λένε κάτι στην ηλικία των 12 ή των 15 ή των 18 μηνών. Για να εκτιμηθεί κατά πόσον αυτό οφείλεται σε κάποιο πρόβλημα θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και άλλοι παράγοντες, όπως αν το παιδί ακούει και εντοπίζει την πηγή των ήχων, αν επικοινωνεί εξωλεκτικά, αν επικοινωνεί μέσα από το παιχνίδι.»
Σε κάθε περίπτωση είναι προτιμότερο να ανησυχήσουμε νωρίς και λάθος παρά αργά και σωστά. Η γνώμη κάποιου ειδικού, λογοθεραπευτή ή ψυχολόγου, θα βοηθήσει να εντοπιστεί οποιαδήποτε δυσκολία και να αντιμετωπιστεί σε πρώιμο στάδιο.
ΠΗΓΗ : http://www.cosmo.gr/Health/259808.html
Ένα στα τέσσερα αγόρια και ένα στα επτά κορίτσια δυσκολεύονται να μάθουν να μιλάνε και αυτό γιατί με την τηλεόραση συνεχώς ανοιχτή στα περισσότερα σπίτια τα παιδιά ακούνε περισσότερο τα τηλεοπτικά προγράμματα παρά την ομιλία των γονιών και γενικά του περιβάλλοντός τους με αποτέλεσμα να μην μπορούν να καταλάβουν την ομιλία των ενηλίκων που βρίσκονται γύρω τους.
Πρόσφατη βρετανική έρευνα αποκάλυψε πως το 22 % των αγοριών και το 13% των κοριτσιών αντιμετωπίζουν πρόβλημα στην ανάπτυξη του λόγου και στην κατανόηση των άλλων.
Τα παιδιά που προέρχονται από οικογένειες που ανήκουν στη μεσαία τάξη διαπιστώθηκε ότι ήταν εξίσου πιθανό να αντιμετωπίζουν προβλήματα με εκείνα που προέρχονται από λιγότερο εύπορες οικογένειες.
Η μελέτη έδειξε πως ποσοστό μεγαλύτερο του 25 % των οικογενειών έχει ανοιχτή την τηλεόραση είτε «τις περισσότερες φορές» είτε «όλη την ώρα».
Ένα στα δέκα παιδιά ηλικίας μόλις ενός ή δύο ετών έχει τηλεόραση στο δωμάτιό του, ενώ το ένα στα τρία παιδιά ηλικίας από πέντε έως επτά ετών έχουν δική τους τηλεόραση.
Η δρ. Gross, επικεφαλής της μελέτης, εξέφρασε την ανησυχία ότι ακόμα κι αν τα παιδιά δεν βλέπουν τα ίδια τηλεόραση, ο θόρυβος που υπάρχει στο περιβάλλον καθιστά δύσκολο για αυτά να καταλάβουν τους γονείς τους ή τα μεγαλύτερα αδέλφια τους όταν μιλούν.
Η ίδια εκτιμάει ότι τα προβλήματα ομιλίας που αντιμετωπίζουν ορισμένα παιδιά συνδέονται με την περιορισμένη έκθεσή τους στη γλώσσα στα πρώτα χρόνια της ζωής τους.
«Ο εγκέφαλός μας δεν έχει εξελιχθεί έτσι ώστε να μαθαίνει από μηχανές. Τα μωρά έχουν την ικανότητα να ανταποκριθούν σε ένα πρόσωπο και να αναγνωρίσουν τα πρόσωπα των γονιών τους », επισημαίνει.
Η πιο συνηθισμένη ηλικία, που τα παιδιά λένε την πρώτη τους λέξη, είναι μεταξύ 10-11 μηνών σύμφωνα με την έρευνα, στην οποία συμμετείχαν 1000 γονείς.
Περισσότερα κορίτσια από αγόρια – 34% έναντι 27 % - είχαν πει την πρώτη τους λέξη τους, πριν γίνουν 9 μηνών. Ωστόσο το 4 % των παιδιών δεν είχε πει την πρώτη του λέξη πριν από την ηλικία των 3 ετών.
Η ηλικία μεταξύ 13 - 18 μηνών ήταν η πιο συνηθισμένη, που τα παιδιά άρχισαν να χρησιμοποιούν 2 λέξεις μαζί, όπως «θέλω νερό» ή «έλα εδώ».
Τα κορίτσια ήταν κατά μέσο όρο πιο γρήγορα στο να μάθουν να χρησιμοποιούν δύο λέξεις μαζί, με το 64 % να το έχουν πετύχει σε ηλικία 18 μηνών σε σύγκριση με το 54 % των αγοριών.
Η έρευνα εξέτασε επίσης τα πρώτα λόγια των παιδιών και επιβεβαίωσε ότι είναι πιο πιθανό να πουν «μπαμπά» παρά «μαμά». Τη λέξη «μπαμπά» θεωρείται ότι είναι πιο εύκολο να την προφέρει ένα μωρό.
Συνολικά το 17 % των παιδιών παρουσίασαν «μικρή ή σημαντική δυσκολία» στην ικανότητα να μιλήσουν. Μόνο τα μισά από αυτά τα παιδιά όμως είχαν βοήθεια από κάποιον ειδικό.
«Η ικανότητά μας να επικοινωνούμε είναι θεμελιώδης και στηρίζει όλα τα άλλα» υπογραμμίζει η ερευνητική ομάδα. «Η απόκτηση της ικανότητας αυτής από ένα παιδί είναι πολύ σημαντική. Το ποσοστό των παιδιών που έχουν δυσκολίες να μιλήσουν και να καταλάβουν την ομιλία των άλλων είναι υψηλό, ιδίως μεταξύ των αγοριών.
«Είναι απαραίτητο όλα αυτά τα παιδιά να παίρνουν τη βοήθεια που χρειάζονται από ειδικευμένους επαγγελματίες όσο το δυνατόν νωρίτερα.»
Τι λένε οι ειδικοί
Η κρίσιμη ηλικία για την ανάπτυξη του λόγου και της ικανότητας επικοινωνίας ενός παιδιού σύμφωνα με τους ειδικούς είναι μεταξύ 1, 5 και 5 ετών.
«Σε αυτό το κρίσιμο διάστημα το παιδί πρέπει να δέχεται πληθώρα γλωσσικών ερεθισμάτων από τους γονείς του και από το περιβάλλον του γενικότερα. Όσο περισσότερα ερεθίσματα δέχεται τόσο περισσότερο συνειδητοποιεί ότι είναι αναγκαία η χρήση της λεκτικής επικοινωνίας», τονίζει η Αλεξάνδρα Καππάτου, ψυχολόγος-παιδοψυχολόγος.
«Από την άλλη πλευρά η παραμονή του παιδιού σε χώρους με ανοιχτή την τηλεόραση, όπου δεν υπάρχει λεκτική επικοινωνία, δυσκολεύει την ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας.
Είναι σημαντικό να καταλάβουν οι γονείς ότι χρειάζεται από τις πρώτες στιγμές της γέννησης του παιδιού να του μιλούν και να προσπαθούν να επικοινωνήσουν μαζί του. Αυτό θα το βοηθήσει να αποκτήσει ένα κίνητρο να μιμηθεί τους γονείς του και να μάθει να μιλάει».
Η ηλικία κατά την οποία το παιδί θα αρχίσει να μιλάει μπορεί να διαφέρει κατά περίπτωση. Ωστόσο μπορεί να είναι ανησυχητικό αν ενώ έχει συμπληρώσει τους 18-24 μήνες, δεν μιλάει καθόλου. Αν συμβαίνει κάτι τέτοιο δεν αποκλείεται να είναι απαραίτητη επαγγελματική βοήθεια.
«Στην ηλικία των 15 μηνών συνήθως τα παιδιά λένε τις πρώτες λεξούλες, πολλές από τις οποίες σημαίνουν κάτι, πιθανώς όμως όχι μόνον ένα πράγμα. Σε ηλικία 18 μηνών λένε περισσότερες λέξεις», σημειώνει ο Γιώργος Καλομοίρης, λογοθεραπευτής.
«Είναι φυσικό ότι δεν μιλάνε καθαρά, μιλάνε όμως, χρησιμοποιούν κάποιες λέξεις, με τις οποίες φτιάχνουν και φράσεις, για να μιλήσουν για θέματα τα οποία τους ενδιαφέρουν.
Κάποια παιδιά μπορεί να μην λένε κάτι στην ηλικία των 12 ή των 15 ή των 18 μηνών. Για να εκτιμηθεί κατά πόσον αυτό οφείλεται σε κάποιο πρόβλημα θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και άλλοι παράγοντες, όπως αν το παιδί ακούει και εντοπίζει την πηγή των ήχων, αν επικοινωνεί εξωλεκτικά, αν επικοινωνεί μέσα από το παιχνίδι.»
Σε κάθε περίπτωση είναι προτιμότερο να ανησυχήσουμε νωρίς και λάθος παρά αργά και σωστά. Η γνώμη κάποιου ειδικού, λογοθεραπευτή ή ψυχολόγου, θα βοηθήσει να εντοπιστεί οποιαδήποτε δυσκολία και να αντιμετωπιστεί σε πρώιμο στάδιο.
ΠΗΓΗ : http://www.cosmo.gr/Health/259808.html
2 σχόλια:
Πολύ ενδιαφέροντα όλα αυτά. Ευχαριστούμε. Καλή σου ημέρα.
@ Άννα , χαίρομαι που σου άρεσε η ανάρτηση..
Να είσαι καλά!
Δημοσίευση σχολίου